Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

τῷ ῥηθέντι

См. также в других словарях:

  • ῥηθέντι — ἐρῶ verbum aor part pass masc/neut dat sg ῥέομαι flow aor part mp masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥηθέντ' — ῥηθέντα , ἐρῶ verbum aor part pass neut nom/voc/acc pl ῥηθέντα , ἐρῶ verbum aor part pass masc acc sg ῥηθέντι , ἐρῶ verbum aor part pass masc/neut dat sg ῥηθέντε , ἐρῶ verbum aor part pass masc/neut nom/voc/acc dual ῥηθέντα , ῥέομαι flow aor part …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δίκαιος — α και η, ο και δίκιος, α, ο (AM δίκαιος, α, ον) Ι. 1. αυτός που κρίνει δίκαια, που απονέμει δικαιοσύνη σύμφωνα με τους νόμους και τη λογική («ο δίκαιος κριτής γυρεύει να χωρίσει το δίκαιο από το άδικο») 2. ο νόμιμος («δίκαιος κληρονόμος») 3. ο… …   Dictionary of Greek

  • κολοφώνας — ο (AM κολοφών, ῶνος) 1. το ύψιστο σημείο στο οποίο φτάνει κάποιος ή κάτι, το αποκορύφωμα (α. «είναι 30 χρόνων κι έχει φτάσει ήδη στον κολοφώνα τής δόξας του» β. «ὁ κολοφὼν τῆς ἀδικίας», Λιθάν.) 2. υπόμνημα που παρατίθεται στο τέλος βιβλίου ή… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»